( Σε συνεργασία με το Capital)
Ι. Τα δεδομένα και η
απαιτούμενη προσοχή
Η
καταχώριση εμπορικού σήματος συμφέρει την επιχείρηση. Διεθνείς μελέτες και
οικονομικές αναλύσεις – όπως έχουμε αναλύσει σε προηγούμενη αρθρογραφία μας –
αποδεικνύουν γιατί αυτό αποτελεί μια πραγματικότητα. Παράλληλα, η καταχώριση
π.χ. λογοτύπου, ονόματος επιχείρησης ή ονόματος προϊόντος έχει σχετικά χαμηλό
κόστος, είτε μιλάμε για εθνικό εμπορικό σήμα είτε ακόμα και για σήμα της
Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUTM).
Ωστόσο,
προκειμένου να μην προκύψουν - αργά ή και πιο γρήγορα - προβλήματα για την
επιχείρηση, θα πρέπει η διαδικασία να λάβει την προσοχή που της πρέπει, ήδη από
την αρχή. Η καταχώριση εμπορικού σήματος πρέπει να αντιμετωπίζεται με
σοβαρότητα.
ΙΙ. Τι είναι
ο έλεγχος που προηγείται της κατάθεσης δήλωσης εμπορικού σήματος;
Είναι διαδεδομένη
η αντίληψη ότι ο μοναδικός έλεγχος που απαιτείται είναι εκείνος της μη ύπαρξης ίδιου
εμπορικού σήματος. Ενώ αυτό το φαινόμενο – δηλαδή η προγενέστερη από τρίτο
καταχώριση ακριβώς ίδιου εμπορικού σήματος για ίδια ή παρεμφερή προϊόντα και υπηρεσίες
- θα συναντάται σε ορισμένες περιπτώσεις, αυτός δεν είναι o συνηθέστερος λόγος ο οποίος καταλήγει σε
συμβουλή μη κατάθεσης δήλωσης σήματος, με τα στοιχεία που την θέλησε ο
ενδιαφερόμενος.
Αντίθετα, εξόχως συνήθης λόγος είναι εκείνος που συνοψίζεται
στην έννοια του κινδύνου σύγχυσης. Η έννοια αυτή καταλαμβάνει (και) τις περιπτώσεις στις οποίες δύο ενδείξεις
ναι μεν δεν είναι ταυτόσημες, πλην όμως, βάσει των σε κάθε περίπτωση
εφαρμοστέων κανονιστικών κειμένων (με τη σημαντική συνδρομή της νομολογίας η
οποία τους ερμηνεύει και συχνά και των Κατευθυντήριων Γραμμών του EUIPO), θεωρείται ότι είναι πιθανό το κοινό να «μπερδέψει»
τις δύο ενδείξεις. Το ζήτημα του
κινδύνου σύγχυσης εξικνείται πολύ πέρα από την στείρα σύγκριση δύο ενδείξεων.
Όπως νομολογείται παγίως από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) η
εκτίμηση του κινδύνου σύγχυσης αποτελεί ζήτημα πολυπαραγοντικό. Η ομοιότητα μεταξύ των επίμαχων σημείων είναι ένας μόνο από τους παράγοντες
από τους οποίους εξαρτάται ο κίνδυνος της μεταξύ τους συγχύσεως (Γενικός Εισαγγελέας Giovanni Pitruzzella στις Προτάσεις της 6ης Μαρτίου 2019 στην Υπόθεση C‑705/17, σκ. 39, σε διαφoρά στην οποία ενεπλάκη το σουηδικό γραφείο
ευρεσιτεχνιών και εμπορικών σημάτων Patent-och rigisteringsverket).
Αυτό σημαίνει πολλά. Καμία υπόθεση δεν είναι ίδια (απαιτείται εξατομικευμένη
προσέγγιση) και η εκτίμηση του κινδύνου σύγχυσης δεν εξαντλείται στην σύγκριση
των εκατέρωθεν ενδείξεων, υπό μια κρίση επιπέδου «μοιάζουν/δεν μοιάζουν».
Σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν και λοιποί παράγοντες (για παράδειγμα ποιο είναι
το υπό κρίση κοινό, οι τρόποι διάθεσης των υπό κρίση αγαθών κτλ και τι δέχεται
η νομολογία για τα υπό κρίση δεδομένα). Αναλόγως των ανωτέρω στοιχείων – και
ιδίως κατόπιν στενής παρακολούθησης της συνεχώς εξελισσόμενης νομολογίας σε
εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο - ο νομικός
σας σύμβουλος θα σας συμβουλεύσει για το εάν είναι πιθανό να κριθεί ότι
συντρέχει κίνδυνος σύγχυσης. Αξίζει να σημειωθεί – και είναι σχετικό με εκείνο
που αναφέρθηκε παραπάνω, ότι δηλαδή δεν πρόκειται για μία κρίση επιπέδου
«μοιάζει/δεν μοιάζει» - ότι ακόμα και η
σύγκριση των ενδείξεων διενεργείται με πολύ συγκεκριμένους κανόνες και μεθόδους
και είναι «τεχνική». Απέχει πολύ από την εκτίμηση που θα κάνει ένα άτομο
χωρίς την απαιτούμενη εμπειρία και εξειδίκευση.
ΙΙΙ. Δεν είναι όμως μόνο
ο κίνδυνος σύγχυσης: ο νόμος και το παράδειγμα του COVID-19
Η μελέτη για τη συνδρομή κινδύνου σύγχυσης αναφορικά με την επιθυμητή
ένδειξη αποτελεί ένα μεγάλο κομμάτι της νομικής εργασίας που απαιτείται. Ωστόσο, δεν είναι το μόνο.
Για παράδειγμα, σε πρόσφατη απόφαση επί δήλωσης Σήματος του Οργανισμού
Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας (ΟΒΙ - ΕΞ 7633 της 7.11.2022), επιχειρήθηκε να
καταχωριστεί η ένδειξη “COCTAIL COVID 19 VACCINE SHOT - Summer nights”, συνοδευόμενη από συγκεκριμένη συναφή απεικόνιση (δείτε
εδώ).
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η εξετάστρια του ΟΒΙ απέρριψε τη δήλωση με την
εξής αιτιολογία:
«Σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1
περ. στ, του Νόμου 4679/2020 δεν καταχωρίζονται ως σήματα ή αν έχουν
καταχωριστεί είναι δυνατόν να κηρυχθούν άκυρα, σημεία τα οποία αντίκεινται στη
δημόσια τάξη ή τα χρηστά ήθη. Το κρινόμενο σήμα εμπεριέχει στο στοιχείο "Covid 19", το οποίο είναι απαράδεκτο να χρησιμοποιείται
εμπορικά, ενώ ο συγκεκριμένος υιός έχει οδηγήσει στην πανδημία και στην τραγική
απώλεια εκατομμυρίων ζωών παγκοσμίως και αντίκειται στη δημόσια τάξη και τα
χρηστά ήθη. Article 7 (1) (f) EUTMR. Ευρωπαϊκή
Νομολογία (ΜΗ 17/ΜΗ 370)».
Με την παραπάνω αιτιολογία, κρίθηκε ότι η συγκεκριμένη ένδειξη αντίκειται
στη δημόσια τάξη και στα χρηστά ήθη. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, δηλαδή, δεν
υπήρχε ούτε ταυτόσημη ούτε παρόμοια ένδειξη. Παρ’ όλα αυτά, η δήλωση εμπορικού
σήματος απερρίφθη.
Αυτή – δηλαδή η αντίθεση στα χρηστά ήθη ή στη δημόσια τάξη - είναι μόνο μια από τις δεκαπέντε (15)
περιπτώσεις απόλυτων απαράδεκτων που εισάγονται από τον ν. 4679/2020 για το
εθνικό εμπορικό σήμα (όμοιες ρυθμίσεις συναντούμε και στον Κανονισμό 2017/100
ΕΕ για το εμπορικό σήμα της ΕΕ). Υπενθυμίζουμε ότι ο κίνδυνος σύγχυσης αποτελεί
έναν επιπλέον λόγο απαραδέκτου (πέραν δηλαδή των δεκαπέντε): όχι απόλυτο, αλλά
σχετικό (δηλαδή προβάλλεται κατ’ αρχήν μόνο από το δικαιούχο της αντίθετης
ένδειξης).
IV. Τα συμπεράσματα
κι ένα «ευχαριστώ» για την απόρριψη
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η κατάθεση εμπορικού σήματος δεν αποτελεί
απλή υπόθεση. Μολονότι συχνά οι ενδιαφερόμενοι θα έχουν κάνει την «αναζήτησή
τους» (η πλατφόρμα βρίσκεται στην
ιστοσελίδα https://www.tmdn.org/tmview/#/tmview και είναι προσβάσιμη από
όλους, ανεξαρτήτως δικηγορικής ιδιότητας ή όχι), ο έλεγχος αυτός δεν μπορεί να
φτάσει ούτε μέχρι το επίπεδο του
κινδύνου σύγχυσης ούτε μέχρι το σημείο εντοπισμού και κάλυψης απόλυτων
απαραδέκτων. Οι έννοιες αυτές είναι νομικές. Είδαμε προηγουμένως το
παράδειγμα των κανόνων βάσει των οποίων κρίνεται η ομοιότητα (ή και η διαφορά
μεταξύ δύο ενδείξεων): αυτοί είναι τεχνικοί, πολύ συγκεκριμένοι και η νομολογία
συνεχώς εξελίσσεται, παρέχοντας συνεχώς νέες πληροφορίες και καθοδήγηση στους
εφαρμοστές του δικαίου των εμπορικών σημάτων.
Άλλωστε, το έτερο παράδειγμα με την ένδειξη η οποία περιείχε το στοιχείο COVID, είναι ενδεικτικό για την πολύπλευρη εξέταση που απαιτείται να προηγηθεί της κατάθεση συγκεκριμένης ένδειξης για καταχώριση
ως εμπορικό σήμα.
Και κάτι που μπορεί εκ πρώτης όψεως να μας εκπλήσσει: ο συγκεκριμένος
ενδιαφερόμενος θα πρέπει να αισθάνεται
τυχερός για την απόρριψη της δήλωσής του. Τούτο ιδίως για τον εξής λόγο: διότι πλέον γνωρίζει (έμαθε, τελικά, «με το δύσκολο τρόπο») ότι δεν θα
μπορεί να μονοπωλεί στις συναλλαγές τη συγκεκριμένη ένδειξη.
Τι θα
γινόταν όμως αν δεν το μάθαινε, αν δηλαδή η αίτηση γινόταν δεκτή, όπως θα ήλπιζε;
Θα μπορούσε η συγκεκριμένη ένδειξη να καταχωρισθεί (π.χ. αν δεν απέρριπτε
τη δήλωση η εξετάστρια του ΟΒΙ, το οποίο συμβαίνει συχνά στην πράξη και οδηγεί
σε αιτήσεις ακυρότητας οι οποίες και γίνονται δεκτές). Αυτό θα
δημιουργούσε στη σηματούχο μια (ψευδ)αίσθηση ασφάλειας. Έτσι, θα οικοδομούσε
στο συγκεκριμένο Brand με
κάθε τρόπο. Στη συνέχεια, ωστόσο, για παράδειγμα
μετά από τριετία, θα μπορούσε ο οποιοσδήποτε τρίτος (ακόμα και μη ανταγωνιστής)
να ασκήσει αίτηση ακυρότητας λόγω συνδρομής ενός απόλυτου ή σχετικού λόγου
απαραδέκτου, την οποία και – όπως φάνηκε - θα κέρδιζε. Αυτός είναι και ένας από
τους μεγαλύτερους κινδύνους, ο οποίος αποσοβείται με τον σωστό προέλεγχο και
την κατάλληλη νομική επεξεργασία από την πλευρά του υποψήφιου σηματούχου.
Όπως λακωνικά κρίθηκε από το Τμήμα Προσφυγών του
Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) στην υπόθεση R 242/2022-4 της 21ης
Ιουνίου 2022
"Your registration could be an error that could be questioned in the future".
0 Σχόλια